Λυσίας, Κατά Αλκιβιάδου λιποταξίου. Η υπόθεση του λόγου

Εκφωνήθηκε το 395 π.Χ. μετά την εκστρατεία των Αθηναίων στην Αλίαρτο της Βοιωτίας (ήττα Σπαρτιατών από τον ενωμένο στρατό των Αθηναίων και Θηβαίων, θάνατος Λυσάνδρου και αργότερα καταδίκη του Παυσανία ερήμην σε θάνατο για ολιγωρία προς βοήθεια του στρατού του Λυσάνδρου).

Όταν ο στρατός των Αθηναίων επανήλθε στην Αθήνα, ο Αρχεστρατίδης κατηγόρησε τον Αλκιβιάδη τον νεώτερο ότι κατατάχθηκε παράνομα στο ιππικό. Η κατάταξη αυτή ενείχε σκοπιμότητα, γιατί ως οπλίτες είχαν να αντιμετωπίσουν τον κατά πολύ ισχυρότερο σπαρτιατικό στρατό και υπήρχε μεγαλύτερη πιθανότητα να σκοτωθούν. Αν κατατάσσονταν στο ιππικό, γνώριζαν ότι θα είναι ασφαλείς, γιατί οι Σπαρτιάτες δεν διέθεταν ισχυρό ιππικό και παράλληλα το βοιωτικό ιππικό, δηλαδή το συμμαχικό τους, ήταν πολυάριθμο και φημισμένο.

Ο ρήτορας ισχυρίζεται στον λόγο του αυτόν ότι οι πολίτες της Αθήνας πρέπει να φοβούνται περισσότερο τους νόμους της πατρίδας τους παρά τον αγώνα που θα δώσουν εναντίον οποιουδήποτε ισχυρού αντιπάλου.

Ο κατηγορούμενος πρέπει να καταδικαστεί, γιατί: «... μεγάλη δ᾽ εὐτυχία τὸ τοιούτων πολιτῶν ἀπαλλαγῆναι τῇ πόλει».