Πλάτων, Ευθύφρων. Η υπόθεση του διαλόγου

(Περί οσίου. Λόγος πειραστικός)

Πρόσωπα:

  • Σωκράτης
  • Ευθύφρων, μάντης της Αθήνας, από ιερατική οικογένεια

 

Ο Ευθύφρων ισχυρίζονταν ότι γνώριζε τα θρησκευτικά ζητήματα και τους ιερούς νόμους περισσότερο από κάθε άλλον στον κόσμο. Διακήρυττε ότι οι προφητείες του ποτέ δεν διαψεύθηκαν.

Ο διάλογος διεξάγεται μεταξύ του Σωκράτη και του Ευθύφρονα με θέμα το ευσεβές και την ευσέβεια. Τόπος της συζήτησης είναι οι διάδρομοι της Βασιλείου Στοάς, έδρας του άρχοντα βασιλέα, ο οποίος είχε αρμοδιότητα να εξετάζει και να δικάζει τους Αθηναίους για ασέβεια και αθεΐα (θρησκευτικές δίκες).

Ο Σωκράτης κατηγορήθηκε από τον Μέλητο για ασέβεια, επειδή διέφθειρε τους νέους με ψευδείς περί θεών διδασκαλίες και βρίσκονταν εκεί για να λάβει γνώση της κατηγορίας. Ο Ευθύφρων πήγε εκεί για να καταγγείλει τον πατέρα του για φόνο. Κάποιος δούλος τους σκότωσε σε κατάσταση μέθης έναν σύνδουλό του και ο πατέρας του το έδειρε και τον έριξε σε κάποιον λάκκο και εκεί πέθανε. Ο Ευθύφρων, επειδή ήταν πολύ θρησκόληπτος, θεώρησε αυτή την πράξη του πατέρα του ως μίασμα και για να καθαρθεί και ο πατέρας του και ο ίδιος πήγε να καταγγείλει τον φόνο.

Ο Σωκράτης βρίσκει την ευκαιρία να ζητήσει από τον Ευθύφρονα να τον διδάξει τι είναι το ευσεβές (όσιον) και η ευσέβεια, αφού είναι γνώστης των θρησκευτικών ζητημάτων. Στην προσπάθειά τους να ορίσουν τι είναι το όσιον, ο Ευθύφρων αναγκάζεται να αλλάξει πέντε φορές τον ορισμό του μετά τις ενστάσεις και τις παρατηρήσεις του Σωκράτη.

Ο Ευθύφρων στην αρχή ισχυρίζεται ότι όσιον είναι αυτό που έκανε αυτός, δηλαδή να καταγγείλει τον πατέρα του για φόνο, όπως έκανε π.χ. και ο Ζεύς, ο οποίος έδεσε τον Κρόνον, επειδή έτρωγε τα παιδιά του. Στην αντίρρηση του Σωκράτη ότι με ένα παράδειγμα δεν μπορεί να οριστεί η οσιότητα (ευσέβεια), ο Ευθύφρων προχωρά σε δεύτερη προσπάθεια ορισμού. Ευσεβές είναι ό,τι αρέσει στους θεούς και ασεβές ό,τι είναι μισητό σ’ αυτούς. Ο Σωκράτης του υπενθυμίζει τις φιλονικίες και τις μάχες μεταξύ των θεών. Σε μερικούς θεούς είναι αγαπητό κάποιο πράγμα, που σε άλλους αυτό το ίδιο είναι μισητό. Άρα αυτό το ευσεβές δεν μπορεί να είναι ταυτόχρονα και αγαπητό και μισητό.

Ο Ευθύφρων δίνει τρίτο ορισμό, λέγοντας πως ευσεβές είναι ό,τι αρέσει σε όλους τους θεούς και ό,τι είναι μισητό σε όλους. Ο Σωκράτης τον απορρίπτει αυτόν τον ορισμό, γιατί κάτι που είναι αγαπητό υποπίπτει στο πάθος και δεν αποδεικνύει την ουσία της ευσέβειας. Ο Ευθύφρων παραδέχεται την αδυναμία του να δώσει ορισμό και ζητά τη βοήθεια του συνομιλητή του να σχηματίσουν έναν τέλειο ορισμό της ευσέβειας.

Ο Σωκράτης, λοιπόν, με παραδείγματα τον διευκολύνει να δεχθεί ότι το δίκαιον είναι έννοια ευρύτερη από την ευσέβεια, η οποία αποτελεί μέρος του. Εξ αυτού ο Ευθύφρων συμπεραίνει ότι ευσέβεια είναι ό,τι αποβλέπει στη λατρεία (θεραπεία) των θεών και στη φροντίδα (θεραπεία) των ανθρώπων (τέταρτη προσπάθεια ορισμού).

Ο Σωκράτης φέρνει αντιρρήσεις όσον αφορά τη χρήση της θεραπείας, γιατί η λέξη θεραπεία σημαίνει ότι κάποιος εκτελεί ένα έργο και αμείβεται γι’ αυτό, όπως π.χ. οι γιατροί. Τι καλό εκτελούν οι θεοί, ώστε να τους αποδίδουμε λατρεία και θεραπεία;

Ο Ευθύφρων δίνει πέμπτο ορισμό, λέγοντας ότι, εάν κάποιος γνωρίζει να λέει και να πράττει ευχάριστα για τους θεούς, όταν προσεύχεται ή θυσιάζει, αυτά είναι τα ευσεβή, γιατί διαφυλάττουν τους οίκους και τις υποθέσεις της πόλεως.

Ο Σωκράτης λέει ότι αυτό είναι μια επιστήμη, είναι δηλαδή μια εμπορική τέχνη του να ζητάς (στην προσευχή) και να δίνεις (στη θυσία). Και τα δύο στοχεύουν στο αμοιβαίο κέρδος. Επομένως, δεν μπορεί να ευσταθεί ένας τέτοιος ορισμός, γιατί απορρίπτεται και αυτός ως υποπίπτων σε πάθη (αρεστό στους θεούς), όπως αποδείχθηκε και παραπάνω.

Ο Σωκράτης παρακαλεί τον Ευθύφρονα να ξεκινήσει να δώσει έναν άλλον ορισμό. Αυτός όμως τα έχει τόσο χαμένα, που προφασίζεται πως έχει μια κατεπείγουσα δουλειά και φεύγει αφήνοντας τη συζήτηση στη μέση και την υπόθεση του πατέρα του σε εκκρεμότητα, αφού εγκαταλείπει τη Βασίλειο Στοά.